Κείμενο: Αθανάσιος Πανογεώργος, Απόφοιτος Τμήματος Δασοπονίας & Δ.Φ.Π. Καρπενησίου
Σκοπός
Το βάρος της παραγόμενης φυτικής ύλης είναι ένα από τα σπουδαιότερα ποσοτικά χαρακτηριστικά της λιβαδικής βλάστησης και μπορεί να αποτελέσει την καλύτερη μέτρηση της αύξησης καθώς είναι το αποτέλεσμα του μεταβολισμού των φυτών.
Τι ακριβώς είναι
Το βάρος της βλάστησης αναφέρεται συνήθως στο ξηρό βάρος της υπέργειας βιομάζας (ή τμήματος αυτής, π.χ. ξηρό βάρος βοσκήσιμης ύλης) και αποτελεί δείκτη παραγωγικότητας του λιβαδικού οικοσυστήματος. Αντίθετα βιομάζα είναι το συνολικό ζων βάρος του υπέργειου τμήματος των φυτών στη μονάδα επιφάνειας εδάφους ενός οικοσυστήματος. Ως υπέργεια βιομάζα των ποωδών φυτών θεωρείται όλο το υπέργειο τμήμα τους από το ύψος των 2 εκ και άνω. Η ετήσια βιομάζα στα θαμνώδη φυτά υπολογίζεται ως το σύνολο των ετήσιων κλαδίσκων και φύλλων.
Βοσκήσιμη ύλη
Ως βοσκήσιμη ύλη στα ποώδη φυτά θεωρείται όλο το υπέργειο τμήμα ενώ στα θαμνώδη ως βοσκήσιμη ύλη θεωρούνται όλοι οι ετήσιοι βλαστοί και τα φύλλα που βρίσκονται μέσα στην ακτίνα προσέγγισης των ζώων.
Από τι εξαρτάται
Το βάρος εξαρτάται από το χρόνο συλλογής της βιομάζας, συνήθως όμως μετριέται στο τέλος της αυξητικής περιόδου, όταν η βιομάζα προσεγγίζει το μέγιστο της αύξησής της. Το βάρος της φυτικής ύλης μπορεί να εκφραστεί με 3 τρόπους, ως βάρος
α) νωπής φυτικής ύλης ή χλωρού χόρτου (kg/στρ.),
β) φυτικής ύλης ξηρής στον αέρα με περιεχόμενη υγρασία μέχρι 12%, ή
γ) φυτικής ύλης ξηρής σε πυριαντήριο με περιεχόμενη υγρασία μέχρι 3%, η δε ξήρανση γίνεται στους 60–70οC για 48 ώρες (στην περίπτωση που το υλικό θα αναλυθεί χημικά), ή στους 105οC για 24 ώρες.
Μέθοδοι μέτρησεις
Το βάρος μετριέται με τις παρακάτω μεθόδους:
(α) Πραγματική ή άμεση μέτρηση βάρους με κοπή και ζύγιση. Με αυτή τη μέθοδο το βάρος μετριέται στα ποώδη λιβαδικά φυτά μετά την κατάλληλη στερέωση στην επιφάνεια του εδάφους τετράγωνου πλαισίου διαστάσεων 0,25×0,25 μ, 0,30×0,30 μ ή 0,50×0,50 μ συνήθως και αποκοπή της υπέργειας βιομάζας σε ύψος περίπου 2 εκ. από την επιφάνεια του εδάφους (κατά απομίμηση της βόσκησης). Η συγκομιζόμενη ανά πλαί-σιο υπέργεια βιομάζα τοποθετείται σε χαρτοσακούλες, μεταφέρεται στο εργαστήριο και ζυγίζεται αφού προη-γουμένως ξηραθεί σε φούρνο προκειμένου να απομακρυνθεί η υγρασία. Οι συνθήκες ξήρανσης (θερμοκρασί-α, διάρκεια) διαφοροποιούνται ανάλογα με το αν προβλέπεται η εκτίμηση της θρεπτικής αξίας (65°C, 48 ώρες) ή όχι (105°C, 24 ώρες). Τα αποτελέσματα ανάγονται στη μονάδα επιφάνειας του εδάφους (gr/μ2 ή kg/στρ.). Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δίνεται κατά την εφαρμογή της μεθόδου ώστε να μην συμπεριληφθεί ξηρή ουσία γιατί τότε θα υπάρξει σφάλμα. Αν χρειάζεται να γίνει διαχωρισμός της υπέργειας παραγωγής σε ομάδες φυτών (π.χ. αγρωστώδη, ψυχανθή και πλατύφυλλες πόες) ή ανά είδος φυτού, αυτός πρέπει να γίνει πριν την τοποθέτησή του στον κλίβανο ξήρανσης (πυριαντήριο) γιατί αλλιώς καθίσταται πολύ δύσκολος και χρονοβόρος. Η μέθοδος αυτή είναι η πιο ακριβής όμως είναι χρονοβόρα και έχει σχετικά υψηλό κόστος.
β. Υπολογισμός του βάρους με οπτική εκτίμηση και ζύγιση. Με τη μέθοδο αυτή γίνεται εκτίμηση της παραγόμενης φυτικής ύλης μέσα σε δειγματοληπτικά τετράγωνα πλαίσια διαστάσεων 0,25×0,25 μ, 0,30×0,30 μ ή 0,50×0,50 μ. Η μέθοδος αυτή απαιτεί ιδιαίτερα μεγάλη εξάσκηση από τον παρατηρητή. Κατά την εφαρμογή της μεθόδου γίνονται ανά διαστήματα και ορισμένες κοπές για τον έλεγχο της ακρίβειας των οπτικών εκτιμήσεων. Είναι μέθοδος γρήγορη και οικονομική, όμως δεν είναι πολύ ακριβής γιατί υπεισέρχεται το σφάλμα υποκειμενικότητας του παρατηρητή και το σφάλμα των εκτιμήσεων μεταξύ διαφορετικών παρατηρητών. Εφαρμόζεται κυρίως σε ποολίβαδα.
γ. Μέθοδος της διπλής δειγματοληψίας. Πρόκειται για συνδυασμό οπτικής εκτίμησης και πραγματικής μέτρησης. Ανάλογα με τη βλάστηση σε κάθε 7 – 11 εκτιμήσεις με πλαίσιο, στο τελευταίο από αυτά μετά την εκτίμηση κόβεται την παραγωγή. Τα δείγματα ξηραίνονται και λαμβάνεται το βάρος τους. Έτσι κατασκευάζεται εξίσωση συμμεταβολής στην οποία εξαρτημένος παράγοντας είναι τα εκτιμηθέντα βάρη και ανεξάρτητος τα πραγματικά βάρη. Με την εξίσωση αυτή είναι δυνατός ο έλεγχος όλων των εκτιμηθέντων. Εφαρμόζεται τόσο σε ποολίβαδα όσο και σε θαμνολίβαδα, δεν είναι πολύ χρονοβόρα και έχει το πλεονέκτημα της διόρθωσης των εκτιμήσεων. Μοναδικό μειονέκτημα: πρέπει να χρησιμοποιηθεί μόνο για την περιοχή και το είδος βλάστησης για το οποίο καταρτίστηκε η συμμεταβολή.
δ. Υπολογισμός του βάρους με έμμεσες μεθόδους. Για να χρησιμοποιηθεί η μέθοδος αυτή πρέπει πρώτα να καταρτιστούν εξισώσεις συσχέτισης του βάρους με διάφορες παραμέτρους όπως το υψόμετρο, η μέση θερμοκρασία, το ύψος των βροχοπτώσεων κλπ. Για να καταρτιστούν οι εξισώσεις αυτές απαιτούνται αντίστοιχα δεδομένα και μετρήσεις αρκετών ετών ώστε η συσχέτιση να είναι υψηλότερη. Βασικό μειονέκτημα της μεθόδου αυτής είναι ότι η εξίσωση που καταρτίζεται μπορεί να εφαρμοστεί μόνο για την περιοχή για την οποία καταρτίστηκε.
Η χρήση κλιματικών παραμέτρων στην κατασκευή εμπειρικών μαθηματικών μοντέλων πρόβλεψης κάλυψης και παραγωγής υπέργειας βιομάζας της λιβαδικής βλάστησης είναι σημαντική για διαχειριστικούς και άλλους σκοπούς. Για το σκοπό αυτό διεξήχθη το 2000 έρευνα σε αβόσκητο ποολίβαδο της περιοχής Ρόβια της Ευρυτανίας με σκοπό την κατασκευή μαθηματικών μοντέλων με εξαρτημένες μεταβλητές παραμέτρους υπέργειας βιομάζας και κάλυψης και ανεξάρτητες μεταβλητές κλιματικές παραμέτρους. Ως βάθος χρόνου αναφοράς των κλιματικών παραμέτρων ελήφθη από την έναρξη της φθινοπωρινής περιόδου του προηγούμενου έτους (Σεπτέμβριος 1999) μέχρι τον προηγούμενο μήνα της συλ-λογής των στοιχείων βλάστησης. Συνολικά ελέγχθηκε η καταλληλότητα 144 μοντέλων (γραμμικών και μη) με σταθερά στην εξίσωση και 144 μοντέλων χωρίς σταθερά. Βρέθηκε ότι όταν χρησιμοποιηθεί σταθερά στην εξίσωση μόνο ένα μοντέλο, το σιγμοϊδές, προσαρμόζεται σημαντικά σε δεδομένα βροχόπτωσης και νεκρής βιομάζας. Αντίθετα, όταν δεν χρησιμοποιείται σταθερά στις εξισώσεις βρέθηκε ότι από τα 144 μαθηματικά μοντέλα μόνο 10 δεν προσαρμόζονταν σημαντικά στα δεδομένα βλάστησης-κλίματος. Στην περίπτωση μη χρήσης σταθεράς τα μοντέλα που προσαρμόζονταν στα δεδομένα ήταν κυρίως της εκθετικής δύναμης, το σιγμοειδές και το εκθετικό
Άρθρα – Πληροφορίες
Βραχνάκης Μ. 2015. Λιβαδοπονία. Σύνδεσμος Ελληνικών Ακαδημαϊκών Βιβλιοθηκών. Αθήνα.
Βραχνάκης Μ.Σ. & Κοντογιάννη Α. (2006). Εμπειρικά μοντέλα εποχιακής πρόγνωσης δυναμικού παραγωγής-κάλυψης υπέργειας βιομάζας σε σχέση με κλιματικές παραμέτρους σε ψευδαλπικό ποολίβαδο του Τυμφρηστού Ν. Ευρυτανίας. 4ου Πανελλήνιο Λιβαδοπονικό Συνέδριο Λιβάδια των πεδινών και ημιορεινών περιοχών: Μοχλός ανάπτυξης της υπαίθρου. Βόλος: Ελληνική Λιβαδοπονική Εταιρεία.
Παπαναστάσης Β.Π. & Ισπικούδης Ι. 2012. Λιβαδική οικολογία. Εκδ. Γιαχούδης Θεσσαλονίκη.
Παπαναστάσης Β.Π. & Νοϊτσάκης Β.Ι. 1992. Λιβαδική οικολογία. Εκδ. Γιαχούδης – Γιαπούλης Θεσσαλονίκη.