Κείμενο: Νίκος Μπέλεχας, Φοιτητής Τμήματος Δασοπονίας & Δ.Φ.Π. Καρπενησίου
Τι είναι
Η αρχαία ελληνική λέξη «φοίνιξ» μπορεί να περιελάβανε επτά διαφορετικές έννοιες: (α) το πορφυρό χρώμα, (β) μυθικά πρόσωπα, (γ) ελληνικά υδρονύμια, (δ) μυθικό πτηνό, (ε) τη χουρμαδιά, (στ) φοινικικό μουσικό όργανο και (ζ) ένα καλλιεργήσιμο δημητριακό/αγρωστώδες. Επομένως η λέξη «φοινίκιον» (ponikijo) θα αναφερόταν ή στο πορφυρό χρώμα ή σε φοινικικό αρωματικό φυτό, και επειδή για την πορφύρα υπήρχε άλλη λέξη (popurejo), συνεπάγεται ότι ήταν ένα αρωματικό φυτό, το οποίο στην εποχή του Ηροδότου ήταν το άρωμα της Αρχαίας Φοινίκης. Το συγκεκριμένο φυτό όλοι οι Αρχαίοι Έλληνες και οι Λατίνοι ερευνητές το ονόμασαν λάδανον ή λήδανον, όπου με βάση την σημιτική σημασία είναι το «εκκριματώδες φυτό». Πιο συγκεκριμένα, το λάδανον (σήμερα το λάβδανο) είναι η αρωματική ρητίνη των φύλλων θάμνου, ο οποίος ονομάζεται και κίσθος ή κίσθαρον ή κίσσαρον (σήμερα λαδανιά, Cistus creticus).
Η χρήση του στην Κνωσό
Στην Κνωσό χρησιμοποιούσαν τη ρητίνη της λαδανιάς κυρίως για αντιρρευματικες, θερμαντικές, αντισηπτικές και στυπτικές θεραπευτικές ιδιότητες, οι οποίες λόγω της δράσης τους θεωρήθηκαν μαγικές από πολλούς. Ο Διοσκορίδης αναφέρει ότι η ρητίνη του φυτού αυτού κολλούσε στα πόδια και στα γένια των τράγων και των κατσικιών κατά την διάρκεια της βόσκησης και από εκεί συλλεγόταν και ζυμωνόταν για να πάρει την τελική του μορφή. Εικάζεται ότι τα χωριά της Κνωσού είχαν την υποχρέωση να παραδίδουν στο ανάκτορο συγκεκριμένες ποσότητες της κατεργασμένης ρητίνης. Επιπλέον τα άνθη του φυτού εμφανίζονται στη νοπογραφία «γαλάζιο πουλί» της Κνωσού.
Τα νεότερα χρόνια
Σήμερα στην Κρήτη το φυτό αυτό είναι αρκετά γνωστό και το αποκαλούν, ανάλογα με την περιοχή που εντοπίζεται, αλαδανία ή λαδανία, αγκίσαρος ή ατζίκαρος. Μέχρι προσφάτως στην περιοχή του Μυλοποτάμου περισυνέλλεγαν το αλάδανο, κατά τις θερμότερες ώρες του καλοκαιριού, με τη βοήθεια ενός δίκρανου (γεωργικό εργαλείο), στη συνέχεια προχωρούσαν στην αποξήρανση του, και έπειτα στην τελική του επεξεργασία. Παράλληλα μέχρι και την δεκαετία του 1970, οι μεγαλύτερης ηλικίας χρησιμοποιούσαν τον λάδανο ενάντια των μολυσματικών νόσων, των χρόνιων αρθρίτιδων και βρογχίτιδων, της διάρροιας, της δοθιήνωσης, αλλά και διάφορων παιδικών νοσημάτων. Στις μαίες χρησίμευε, σε περίπτωση κρυολογήματος των βρεφών, για ελαφριές μαλάξεις στους κροτάφους και το στήθος. Ενώ οι μητέρες έκρυβαν λίγο από το φυτό, πάνω στα μωρά τους για το «κακό το μάτι». Κάποιοι αρτοποιοί αρωμάτιζαν με αυτό τα παξιμάδια, ενώ στις εκκλησίες θυμιάτιζαν τις εικόνες, επίσης οι νοικοκυρές με τη ρητίνη προσέδιδαν στα βαμβακερά ένα παροδικό βυσσινί χρώμα. Τέλος, παλιότερα, οι κοπέλες στην Αίγυπτο και στο Σουδάν πριν κάνουν το μπάνιο τους, έκαιγαν λίγο από το φυτό.
Άρθρα – Πληροφορίες
Faure P. 1989. Δυο μυστηριώδη αρωματικά φυτά της αρχαίας Κρήτης, το PO-NI-KI-JO και η THEANGELIS. Αρχαιολογία 30:12-13.
Faure P. 1987. Parfums aromates d l’Antiquite. Ditions A. Fayard. Paris.