Έχει δύο παιδιά και …4.500 δένδρα του δάσους να φροντίσει. Ξεκινάει να δουλεύει απ’ το ξημέρωμα και όταν η εργασία του βρίσκεται στο αποκορύφωμά της, κοιμάται από τις 8 το βράδυ, προκαλώντας συχνά τα πειράγματα των φίλων του. Με αφόρητη ζέστη ή με δυνατό κρύο και βροχή, φορτωμένος με το βάρος του εξοπλισμού και της σοδειάς, διανύει κάθε ημέρα ανηφόρες και κατηφόρες πολλών χιλιομέτρων. Δουλεύει σε περιβάλλον που κρύβει πολλούς κινδύνους και παρά τη φυσική και αδιαμφισβήτητη ομορφιά των πεύκων γύρω του, η δύσκολη πρόσβαση στις κακοτράχαλες πλαγιές και δασωμένες λαγκαδιές, τον αναγκάζει συχνά ν’ ανοίγει μόνος του τα μονοπάτια που θα περπατήσει. Το άγχος του για την προστασία του δάσους είναι τεράστιο, ιδιαίτερα τους καλοκαιρινούς μήνες, σε σημείο μάλιστα, που πολλές φορές μένει ξάγρυπνος όλο το 24ωρο προκειμένου να προσέχει τον κίνδυνο της ξαφνικής πυρκαγιάς, ιδίως όταν αυξάνεται η θερμοκρασία και η ένταση των ανέμων.
Ο 54χρονος Θανάσης Βαλάσης είναι επαγγελματίας ρητινοσυλλέκτης που ζει και αναπνεύει από (και για) το δάσος. Από τους λίγους στην Β. Ελλάδα που εξακολουθούν να δουλεύουν σήμερα μέσα στα δάση της Χαλκιδικής για να μαζέψουν την πολύτιμη για την ζωή και το εισόδημά τους, ρητίνη (ρετσίνι) των πεύκων.
Μπήκε στο επάγγελμα, όπως λέει ο ίδιος μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, το 2008, κάνοντας μια στροφή στην επαγγελματική του ζωή όταν είδε ότι η συλλογή ρητίνης στα δάση της Χαλκδικής θα μπορούσε να του εξασφαλίσει τα προς του ζην.
Την χρονιά (2008) που μπήκε στον Συνεταιρισμό Ρητινοσυλλεκτών Κασσάνδρας, ο αριθμός των μελών- επαγγελματιών δεν ξεπερνούσε τα 10 άτομα. «Μέσω της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα αυξηθήκαμε. Σήμερα, είμαστε 42 ρητινοσυλλέκτες στον Δασικό Συνεταιρισμό Εργασίας του οποίου είμαι πρόεδρος, ηλικίας από 40 χρόνων και πάνω, και ρητινεύουμε μια έκταση 100.000 στρεμμάτων: από την περιοχή Σάνη μέχρι και το Παλιούρι, περισσότερα από 90.000 δένδρα (σ.σ. χαλέπιος πεύκη, το κοινό πεύκο), με τη μέση ετήσια παραγωγή ρητίνης συνολικά, να φτάνει τους 200 με 250 τόνους».
Σκουμπάφι, ξύστρα, κούρεμα της φλούδας και χτύπημα για την συλλογή ρητίνης
Το σκουμπάφι, η ξύστρα, το κούρεμα της φλούδας και το χτύπημα, είναι μερικές μόνο από τις ορολογίες που οι ρητινοσυλλέκτες καταλαβαίνουν καλύτερα από τον καθένα. Από το τέλος Μαρτίου μέχρι και τον Οκτώβριο, ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες, ο Θανάσης Βαλάσης γυρνά όλο το δάσος της Φούρκας Χαλκιδικής για το δύσκολο μεροκάματο.
Η διαδικασία παραγωγής της ρητίνης ακολουθείται με ιδιαίτερη προσοχή, με τον ίδιο ακριβώς παραδοσιακό τρόπο εδώ και χρόνια. Το «κούρεμα» της φλούδας, το χτύπημα, το ράντισμα με τη φούσκα για να «δακρύσει» το δέντρο, η εντομή, η εγκοπή δηλαδή, και από κάτω η σακούλα για να συλλεχθεί η ρητίνη. Στη διάρκεια συλλογής της ρητίνης, με τη διαδικασία να βρίσκεται στο αποκορύφωμά της την περίοδο από τα μέσα Ιουνίου μέχρι το τέλος Αυγούστου, κάθε συλλέκτης χρησιμοποιεί περισσότερες από 4.000 ειδικές διάφανες σακούλες, διαστάσεων 20Χ20, στις οποίες και συγκεντρώνονται γύρω στα επτά κιλά ρητίνης. Τα παλαιότερα χρόνια οι ρητινοσυλλέκτες χρησιμοποιούσαν τενεκεδάκια από λαμαρίνα για να μαζέψουν την ρητίνη, τα οποία όμως επειδή γέμιζαν γρηγορότερα, ανάγκαζαν τον ρητινοσυλλέκτη σε περισσότερα δρομολόγια ενώ ήταν και βαρύτερα στη μεταφορά τους.
«Ένας άριστος ρητινοσυλλέκτης, συλλέγει ετησίως 10 με 12 τόνους ρητίνης και ένας πολύ καλός οκτώ και εννέα τόνους», σημειώνει ο κ Βαλάσης.
Μιλώντας για τα μικρά μυστικά της δουλειάς του, διευκρινίζει ότι «δεν ρητινεύονται όλα τα πεύκα. Ο έμπειρος ρητινοσυλλέκτης με το που θα κάνει την «πληγή» στο δέντρο, καταλαβαίνει αμέσως εάν αυτό είναι παραγωγικό και θα του δώσει την ρητίνη που θέλει. Πολλές φορές μάλιστα το βλέπει αυτό πριν περάσει στον κορμό του δέντρο την πάστα θεϊκού οξέος για να ανοίξουν οι ρητινοφόροι αγωγοί του που διατηρούν την εγκοπή ανοιχτή και να τρέξει το… δάκρυ».
Για περίπου είκοσι ημέρες το πεύκο στάζει το ρετσίνι και ύστερα, η «πληγή» του κλείνει. «Κάθε 20 με 25 ημέρες πρέπει να περάσουμε και πάλι από τα δέντρα που ξεκινήσαμε να ρητινεύουμε ώστε να κάνουμε νέα εγκοπή…Συνήθως έξι με επτά τομές αρκούν, προκειμένου να συλλεχθεί το απαιτούμενο ρετσίνι».
Οι παλιοί επαγγελματίες ρητινοσυλλέκτες εξιστορούν ότι η ρητίνευση στην περιοχή της Κασσανδρείας ξεκίνησε πριν το 1930 και το 1950 άρχισε να κερδίζει έδαφος σε όλη την περιοχή της Χαλκιδικής. Το 1960, στο νομό ,σχεδόν κάθε χωριό είχε το δικό του συνεταιρισμό ρητινοσυλλεκτών, ενώ στην περιοχή λειτουργούσαν πολλά εργοστάσια μεταποίησης. «Τότε μάλιστα έλεγαν πως σε δύο τρία χρόνια ένας καλός ρητινοπαραγωγός κατάφερνε με την δουλειά του να χτίσει ολόκληρο σπίτι» λέει ο 54χρονος ρητινοσυλλέκτης. Το 1980 όμως, ξεκίνησε η φθίνουσα πορεία…
Το πευκόδασος είναι πηγή ζωής, πολύτιμο κομμάτι της μεσογειακής βλάστησης αλλά για τους ρητινοσυλλέκτες είναι η πηγή του εισοδήματός τους και είναι φυσικό να το προσέχουν …σαν τα μάτια τους, αφού τυχόν καταστροφή του θα σημαίνει και το τέλος της απασχόλησής τους. «Τα τελευταία 13 χρόνια μόνο εγώ έσωσα τρεις φορές το δάσος από πυρκαγιά, με πυροσβεστήρες που έτυχε να έχω…Εμείς έχουμε ζητήσει επανειλημμένα να μας εξοπλίσουν με πυροσβεστήρες ώστε να προλαμβάνουμε το κακό, ή και να το περιορίζουμε μέχρι να έρθουν οι πυροσβέστες στο σημείο, αλλά κανείς μέχρι στιγμής δεν έχει ανταποκριθεί στο αίτημά μας» λέει ο κ Βαλάσης . Έχει υπολογισθεί ότι κάθε ρητινοσυλλέκτης καθαρίζει το 20% της συνολικής έκτασης που ρητινεύει και είναι κοινά αποδεκτό ότι «αποτελούμε μια πολύ ουσιαστική ασπίδα πυροπροστασίας», σημειώνει.
Το 2006 η μεγάλη πυρκαγιά που ξέσπασε στο Πολύχρονο Χαλκιδικής οδήγησε σε ολοκληρωτική καταστροφή πολλούς ρητινοσυλλέκτες του νομού. «Τότε χάθηκαν περισσότερες από 6.000 σακούλες με ρητίνη άνω των τριών κιλών σε κάθε μία.Το κράτος δεν αναγνώρισε ποτέ τη ζημιά που έπαθαν οι ρητινοσυλλέκτες εκείνη τη χρονιά και ευτυχώς στο πλευρό τους στάθηκε έμπρακτα, αποζημιώνοντάς τους, η μοναδική μεταποιητική μονάδα που λειτουργεί σήμερα στην Ελλάδα, η «Megara Resins» που εδρεύει στα Μέγαρα Αττικής.
Κατά καιρούς όπως λέει ο κ Βαλάσης «υπήρξε ενδιαφέρον από Καβάλα και Έβρο για τη ρητίνευση δένδρων, αλλά δυστυχώς στις πιο βόρειες περιοχές στη χώρα μας δεν υπάρχει η χαλέπιος πεύκη που αποτελεί και το πιο παραγωγικό είδος, για την συλλογή ρητίνης».
Για την προσφορά τους απέναντι στα δάση, οι ρητινοσυλλέκτες επιδοτούνται από τον κρατικό προϋπολογισμό για κάθε κιλό παραγόμενης ρητίνης με το ποσό των 38 λεπτών/κιλό, ενώ πληρώνονται από τον έμπορα με το ποσό των 34 λεπτών/κιλό. Επίσης τους παραχωρούνται από τη Γενική Διεύθυνση Δασών τα υλικά ρητίνευσης (πάστα θειικού οξέος, ψεκαστήρες, σακούλες και δοχεία συλλογής ρητίνης), σε μια προσπάθεια διατήρησης και ενίσχυσης του παραδοσιακού και εξόχως σημαντικού αυτού επαγγέλματος για την προστασία των δασών.
«Δάσος που δεν ρητινεύετε θεώρησέ το νεκρό»- Εξασφαλισμένη η απορρόφηση της ρητίνης
«Δάσος που δεν ρητινεύετε, θεωρήστε το νεκρό», έλεγε ο καθηγητής Δασολογίας, όπως θυμάται σήμερα ο δασολόγος, Δημήτρης Γαλαύτης, προϊστάμενος προμήθειας πευκορητίνης στην «Megara Resins», και υπογραμμίζει ότι «όταν ρητινεύετε το δέντρο αποσυμπιέζεται, ενώ σε διαφορετική περίπτωση το ρετσίνι μέσα του βράζει και το καθιστά δυναμίτη. Είναι το ρετσίνι μέσα στο δέντρο που κάνει τη σπίθα φλόγα σε μερικά μόλις δευτερόλεπτα», σημειώνει.
Σήμερα, με την συλλογή ρητίνης απασχολούνται περί τις 2.000 οικογένειες πανελλαδικά: από την Κασσανδρεία Χαλκιδικής, την Εύβοια, τη Δυτική Αττική, τα Μέγαρα, την Μάνδρα και πέριξ της Κορίνθου, με την μέση ετήσια παραγωγή να ανέρχεται σε 5.500 τόνους.
Από το 1960 και μετά ξεκίνησε η φθίνουσα πορεία για τον παραδοσιακό κλάδο και ενώ το 1935 λειτουργούσαν πάνω από 30 εργοστάσια, έχει απομείνει μόνο αυτό των Μεγάρων, που ιδρύθηκε το 1961, λειτουργεί αδιαλείπτως και σήμερα έχει κύκλο εργασιών άνω των 70 εκατ. ευρώ. Την τελευταία 20ετία από το εργοστάσιο γίνονται εξαγωγές, σε ποσοστό άνω του 85%, σε νέφτι και κολοφώνιο, στις αγορές των Δυτικής Ευρώπης, του Ισραήλ, της Τουρκίας, της Σαουδικής Αραβίας και την τελευταία 5ετία άνοιξαν αυτές της Ρωσίας και της Ουκρανίας.
Ο κ. Γαλαύτης σημείωσε ότι το εργοστάσιο εξαιτίας της δυναμικής του σε εξαγωγές παραγόμενων προϊόντων από τη ρητίνη του πεύκου, εγγυάται την απορρόφηση ολόκληρης της παραγωγής στην Ελλάδα και σημείωσε χαρακτηριστικά, πως «όση ρητίνη και να μας φέρουν οι Έλληνες συλλέκτες, εμείς θα τις απορροφήσουμε. Δεν υπάρχει ταβάνι..».
Η ρητίνη σε αριθμούς και οι χρήσεις της
Η χρήση και παραγωγή της ρητίνης είναι γνωστή στον άνθρωπο από την αρχαιότητα. Χρησιμοποιούνταν για στεγανοποίηση των πλοίων, παρασκευή του υγρού πυρός (εύφλεκτης πολεμικής ύλης των Βυζαντινών), αλλά και για την παραγωγή της ρετσίνας και των έμπλαστρων για ιατρικούς σκοπούς. Σήμερα χρησιμοποιείται ως πρώτη ύλη παραγωγής ποικιλίας βιομηχανικών προϊόντων: Το τερεβινθέλαιο (κοινώς νέφτι), το υγρό απόσταγμα της ρητίνης, χρησιμοποιείται κυρίως ως διαλυτικό στην παρασκευή χρωμάτων, αρωμάτων, καλλυντικών και φαρμάκων και το κολοφώνιο, το στερεό απόσταγμα της ρητίνης, χρησιμοποιείται στην τυπογραφία, υφαντουργία, μεταλλουργία, καθώς και στην παρασκευή ποικιλίας προϊόντων όπως, αντιδιαβρωτικά, αρωματικά κεριά, αδιάβροχα υλικά, τεχνητά δόντια, έμπλαστρα, συντηρητικά, προσθετικά γεύσης, χρώματα, φάρμακα, χαρτόκολλες, διάφορα γαλακτώματα και τσίχλες.
Στα μεταπολεμικά χρόνια η μεγαλύτερη παραγωγή ρητίνης έγινε στην Ελλάδα το 1961 όπου έφτασε τους 41.000 τόνους και η ποσότητα αυτή αντιπροσώπευε το 3% της παγκόσμιας παραγωγής. Έκτοτε, μέχρι το 2008 εμφάνιζε πτωτική πορεία και μετέπειτα ξεκίνησε να αυξάνεται, έστω και ελαφρά. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι το 1973 η παραγωγή ρητίνης στην Ελλάδα διαμορφωνόταν σε 20.587 τόνους, το 1983 σε 12.558 τόνους, το 1993 σε 6.265 τόνους και έκτοτε να ακολουθεί πτωτική πορεία.
Αρχικό Κείμενο
Έλενα Αλεξιάδου
Αρχική Πηγή