Προέλευση
Η προσφορά καρπών στους νεκρούς είναι ένα νεκρικό τελετουργικό νεκρικό έθιμο που ξεκινά κάπου στην πρώιμη αρχαιότητα και συνεχίζεται ως τις ημέρες μας. Οι αρχαίοι Έλληνες το ονόμαζαν «πανσπερμία» ή «πανκαρπία» ή «εναγισμούς», στη Ρωμαϊκή εποχή πήρε το όνομα “parentatio” και στους παλαιοχριστιανικούς χρόνους μετoνομάστηκε σε «κόλλυβα».
Η λέξη κόλλυβα έχει τις ρίζες της στην αρχαία ελληνική λέξη «κόλλυβος» (Αριστοφάνης, Ειρήνη, 1200), η οποία ήδη από τον 5ο αιώνα π.Χ. προσδιόριζε μια μικρή νομισματική, πιθανότατα χάλκινη, υποδιαίρεση. Ήταν συνώνυμο με το κέρμα για αυτό εκείνοι που άλλαζαν μικρά νομίσματα σε μικρά, ονομάζονταν “κολλυβισταί”. “Κολλυβίζειν” ονομάζονταν το κέρδος από αυτή τη συναλλαγή. Γι’ αυτό και υπάρχει η άποψη ότι το όνομα «κόλλυβα» προέρχεται σε παλιά συνήθεια διανομής μικρής αξίας νομισμάτων σε μνημόσυνα.
Ο Θεόφραστος στα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ. στο έργο του «Περί Φυτών Ιστορίας» (IΙ, 46), κατά την απαρίθμηση των σταθμίων αναφέρει το «κόλλυβον» μεταξύ άλλων, χωρίς ωστόσο να γίνεται σαφές εάν πρόκειται για την ελάχιστη νομισματική υποδιαίρεση ή για το σιτάρι. Στην ύστερη αρχαία ελληνική γραμματεία η λέξη «κόλλυβον» με την έννοια του σιταριού πρωτοεμφανίζεται τον 5ο αι. μ.Χ. στο λεξικό του Ησύχιου του Αλεξανδρινού, γνωστό και ως «Λεξικό Ησυχίου» (βλ. λ. «κόλλυβα»), ενώ αργότερα τον 10 ο αιώνα μ.Χ. η λέξη αναφέρεται και στο λεξικό του Σουίδα, στο αντίστοιχο λήμμα του οποίου σημειώνεται: «κόλλυβα, σίτος εψιτός».
Στην αρχαία Ελλάδα, συνδέεται με τη λατρεία τη Δήμητρας και συμβόλιζε την Περσεφόνη-σιτάρι, σύμβολο της αθανασίας της ψυχής. Πέρα από το ότι κατά την κλασική περίοδο στην Αθήνα, συνήθιζαν να σπέρνουν στους τάφους σιτάρι, μια φορά το χρόνο προσέφεραν τη λεγόμενη “πανσπερμία” ή “πανκαρπία” ένα έδεσμα-μείγμα καρπών όλων των ειδών της εποχής. Σέρβιραν την πανσπερμία την Ημέρα των Χυτρών, δηλαδή την τρίτη και τελευταία ημέρα της γιορτής των Ανθεστηρίων (Γιορτές αφιερωμένες στο Διόνυσο), στις 13 του μήνα Ανθεστηριώνα, κάτι σαν το σημερινό Ψυχοσάββατο και τη Γιορτή της Αποκριάς. Ανάλογο έθιμο είχαν και κατά τα μέσα Οκτωβρίου (τον Πανεψιώνα μήνα) όπου έβραζαν καλαμπόκι και στάρι στη μνήμη του Θησέα.
Σήμερα δεν τα ονομάζουν όλοι οι Έλληνες «κόλλυβα». Σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας έχει διαφορετικά ονόματα: κόλλυβα ή κόλληβα, στάρι ή σιτάρι (Δυτική Μακεδονία), στερνά ή σπερνά, συγχώρια ή συχώρια, πεθαμένα, κουκκιά (Καλάβρυτα, μπούλια, σχωρέτια (Σαρακατσάνοι), πικρά (Σίφνο), κόλλυφα (Κύπρος) κ.α.
Το έθιμο πέρασε και στις περιοχές που ιστορικά ζούσαν ή ζουν Έλληνες, οπότε βρίσκουμε στον Πόντο ως «ψυχών κοκκία» (όπου κοκκία είναι το σιτάρι στα Ποντιακά) και στην Καππαδοκία ως «τζαν ασλη» και «τζαν πιλάβ» (όπου τζαν είναι η ψυχή στα Τούρκικα).
Κρίσιμες ημερομηνίες για την παρασκευή τους
Οι αρχαίοι Έλληνες τελούσαν μνημόσυνο την τρίτη, την έννατη, την τριακοστή ημέρα (ονομάζοντας το τελευταίο «τριακάς» όπου γινόταν και νεκρόδειπνο) και του ενός χρόνου από την ημέρα θανάτου.
Οι Γάλλοι περιηγητές του 20ου αιώνα στη χώρα είχαν διαπιστώσει ότι τα κόλλυβα ήταν διαδομένα και είχαν κάνει από τότε τη σύνδεση των εθίμων της αρχαίας Ελλάδας με την (τότε) σύγχρονη.
Τα κόλλυβα στη Χριστιανική Εκκλησία προσφέρονται σημαδιακές ημερομηνίες: τρεις ημέρες (τρίμερα), εννιά ήμερες (εννιάμερα), σαράντα, ένας χρόνος (χρόνος ετήσια), τρία χρόνια (τρίχρονα) από την ημερομηνία θανάτου, το Α’ Ψυχοσάββατο (Σάββατο πριν την Κυριακή της Απόκρεω, Αγίου Θεοδώρου) και το Β΄ Ψυχοσάββατο (Σάββατο πριν την Πεντηκοστή). Η λογική των ψυχοσάββατων είναι η τέλεση ομαδικών μνημόσυνων για όλους εκείνους που δεν μπορούσαν να τελεστούν τα τακτικά μνημόσυνα τους (πχ. εξαιτίας θανάτου στη ξενιτιά ή εξαιτίας φτώχιας).
Η συσχέτιση της γιορτής της Αποκριάς με το Ψυχοσάββατο δικαιολογείται γιατί η Αποκριά είναι, από τους σκοπούς της, η προετοιμασία για την άνοιξη που θα έρθει και θα αναγεννηθεί η γη.
Τα κόλλυβα του Β’ Ψυχοσάββατου λέγονται και «χρυσά κόλλυβα» γιατί συνοδεύουν την Ανάληψη του Κυρίου.
Υπάρχουν και δυο περιοχές που φτιάχνουν κόλλυβα σε διαφορετικές ημερομηνίες: στην Κύπρο τα «κόλλυφα του ΆιΒασίλη» (ανήμερα Πρωτοχρονιά) και στην Αιτωλία τα ζωντανά κόλλυβα (ανήμερα της εορταστικής γιορτής του πιστού).
Το θαύμα του Αγίου Θεοδώρου
Την εποχή του Αυτοκράτορα Ιουλιανού του Παραβάτη (331-363 μ.Χ), οι χριστιανοί ακόμη διώκονταν. Ο Ιουλιανός, θέλοντας να τους εκδικηθεί και γνωρίζοντας ότι οι χριστιανοί ακολουθούν με πολύ επιμέλεια τη νηστεία της Α’ Βδομάδας της Σαρακοστής, μόλυνε κρυφά όλα τα τρόφιμα της αγοράς με αίμα ζώων που είχαν σφαγιαστεί σε ειδωλολατρικές τελετές. Οι χριστιανοί όμως προφυλάχτηκαν από αυτό το μίασμα με την επέμβαση του Αγίου Θεοδώρου, ανήμερα της γιορτής του (το Σάββατο της Α’ Βδομάδας της Σαρακοστής).
Ο Άγιος Θεόδωρος το βράδυ που ξημέρωνε η γιορτή του εμφανίστηκε στον ύπνο του Επισκόπου Κωνσταντινουπόλεως Ευδοξίου και τον προειδοποίησε για τα σχέδια του Αυτοκράτορα, παραινώντας να βράσουν και να φάνε σιτάρι (ονομασία του Εύξεινου Πόντου για τα κόλλυβα).
Από τότε, τα κόλλυβα ήταν αυτό που είναι γνωστό σήμερα και σταμάτησαν σιγά σιγά να μοιράζουν στις κηδείες μικρά νομίσματα, τις λεγόμενες «ελεημοσύναι υπέρ των προς Κυρίον εκδημησάντων».
Περιεχόμενο αυτών και παρασκευή
Τα κόλλυβα είναι ένα γλύκισμα θρησκευτικού χαρακτήρα και γι’ αυτό και περιέχουν εννέα υλικά, αφού το εννιά (9) είναι σημαδιακός αριθμός για τη Χριστιανική Εκκλησία. Το βασικό στοιχείο είναι το βρασμένο σιτάρι και η ζάχαρη (είτε κρυσταλλική, είτε άχνη), δευτερευόντως προστίθεται αλεύρι από σιτάρι (κατά προτίμηση καβουρδισμένο), γαλέτα ή αλεύρι από στραγάλι (μόνο στην Κρήτη, ονομάζεται «ρεβύθι»).
Τα υπόλοιπα έξι συστατικά είναι διάφορα, όπως σουσάμι, ποικιλία ξηρών καρπών (καρυδόψιχα, αμύγδαλο καβουρδισμένο ή ωμό, κουκουνάρι, φουντούκι), φρούτα (ρόδι, σταφίδες, ξύσμα πορτοκαλιού), μπαχαρικά (κανέλα, γαρύφαλλο, γλυκάνισο και κύμινο), και αρωματικά φυτά (δυόσμος, κόλιανδρος και μαϊντανός).
Τα κόλλυβα στολίζονται είτε με τα ίδια υλικά με αυτά που έχουν παραχθεί, είτε με ποικιλία κουφέτων. Τα υλικά τοποθετούνται σχηματίζοντας διάφορα μοτίβα, στα οποία κυριαρχεί ο σταυρός και συχνά και το μονόγραμμα του αποθανόντος.
Μοναδική εξαίρεση είναι το πικροκόλλυβο, το οποίο μοιράζεται στα «τρι(ή)μερα» ή «τρίτα», την τρίτη ημέρα δηλαδή από το θάνατο του νεκρού και συνίσταται απλά σε βρασμένο σιτάρι, το οποίο προσφέρεται σκέτο.
Η παρασκευή τους είναι σχετικά εύκολη, αλλά απαιτεί αρκετό χρόνο. Το σιτάρι μουσκεύεται αποβραδίς και την επόμενη ημέρα βράζεται αρκετά, αλλά χωρίς να λιώσει. Στη συνέχεια στεγνώνει ανάμεσα από δυο πετσέτες για λίγες ώρες και αφού στεγνώσει, ανακατεύεται πρώτα με το υλικό που δεσμεύει την υγρασία (αλεύρι, γαλέτα) και μετά με τα υπόλοιπα υλικά. Ισιώνεται η επιφάνεια των υλικών με τη βοήθεια λαδόκολλας ή πετσέτας, καλύπτεται με ζάχαρη (άχνη ή κρυσταλλική) και στολίζεται.
Σε μερικές περιοχές, τα κόλλυβα τοποθετούνται σε λευκό πανί αν ο αποθανών είναι μικρός σε ηλικία και μαύρο αν είναι γηραιότερος.
Τα κόλλυβα διατηρούνται 1-2 ημέρες μόνο και είναι επικίνδυνο να καταναλωθούν μετά, ειδικά αν η εξωτερική θερμοκρασία είναι υψηλή. Μπορούν να μπουν στην κατάψυξη για λίγες ημέρες.
Το ζουμί του βρασμένου σιταριού, μαζί με ξηρούς καρπούς (καρύδι, κουκουνάρι), γλυκαντική ουσία (ζάχαρι ή μέλι) και κανέλα ονομάζεται «κολλυβόζουμο» ή «κολλυβοζούμι» (Μ. Ασία), «ψυχό» ή «κολυβόχ’λε» (Σκύρος). Αυτό το μίγμα έχει κύρια το χαρακτήρα της πρόσκλησης στο μνημόσυνο σε αρκετές περιοχές.
Συμβολισμοί γενικά
Τα κόλλυβα θεωρούνται σημαντικά για τις ψυχές των νεκρών και έχουν ως στόχο να μνημονευτούν οι νεκροί. Η παράδοση λέει ότι όσες ψυχές δεν έχουν κόλλυβα, τριγυρνούν μέχρι να τους θυμηθούν οι δικοί τους ή να τους προσφέρει κόλλυβα μια άλλη ψυχή. Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν πως με δεήσεις, θυσίες και προσφορές ήταν δυνατόν να πετύχουν την συγγνώμη των Θεών για τα αμαρτήματα των νεκρών.
Οι παλιές νοικοκυρές, όταν ξεκινούσαν τη διαδικασία για να φτιάξουν κόλλυβα, ξεκινούσαν με το να σιγουρέψουν το φως στην καντήλα και να ανάψουν το θυμιατό του σπιτιού, ενώ άναβαν και ένα ειδικό κερί για τον αποθανών του σπιτιού. Επίσης, λίγο πριν ξεκινήσουν τη σύνδεση των υλικών, θυμιάτιζαν και έλεγαν προσευχή και ευχές στο σιτάρι.
Αν δεν αξιοποιηθεί διαφορετικά το νερό που έβρασε το σιτάρι, τότε αυτό δε χύνεται σε νεροχύτη, για να μπερδευτεί με τα βρώμικα νερά. Το νερό αυτό ρίχνεται στη θάλασσα ή στο χώμα, τόσο ιερό είναι.
Συμβολισμοί χριστιανικοί
Ο Χριστός παρομοίασε το σώμα με το σπυρί του σιταριού, λέγοντας ότι πέφτει στη γη, θάβεται, φυτρώνει και μετά φέρνει καρπό και πολλαπλασιάζεται. Το σιτάρι λοιπόν, συμβολίζει το θάνατο, την ταφή και την ανάσταση των σωμάτων.
Από τα υπόλοιπα υλικά των κόλλυβων, τα παρακάτω έχουν ξεχωριστό συμβολισμό και γι’ αυτό και τα βρίσκονται συχνά:
- Αλεύρι ή γαλέτα: η ευχή για ελαφρύ χώμα που σκεπάζει τον αποθανώντα
- Ζάχαρη: γλυκός παράδεισος, αλλά και το «άληκτο φως»
- Φυλλαρισμένα αμύδαλα: τα γυμνά οστά
- Ξηροί καρποί: η ζωή που αναγεννάται
- Ρόδι: το αίμα, αλλά και σύμβολο της Περσέφονης και μέσο σύνδεσης της με τον Άδη, όπως και σύμβολο της λαμπρότητας του Παραδείσου
- Σταφίδα: τη γλύκα της ζωής
- Μπαχάρια: τα αρώματα της ζωής
- Κανέλα: το χρώμα της γης
- Αρωματικά φυτά: η ανάμνηση του «εν τόπω χλοερώ»
Διατροφική αξία
Το σιτάρι έχει τεράστια διατροφική αξία και συνιστάται για όσους κάνουν έντονη – κινητική ζωή. Περιέχει μέγαλη ποσότητα πρωτεινών, είναι πλούσιο σε Βιταμίνη Α (βοηθά στην σύνθεση των πρωτεϊνών, ενισχύει την οστική μάζα και διατηρεί τα κύτταρα νέα και υγιή), σε βιταμίνες του συμπλέγματος Β, και σε βιταμίνη Ε (προστατεύει την βιταμίνη Α και τα αμινοξέα και είναι αντιοξειδωτική).
Αντίστοιχα, και η γαλέτα προσφέρει υδατάνθρακες, βιταμίνες C και Α, καθώς και φυτικές ίνες.
Αντίστοιχα πλούσιοι σε ωφέλιμα στοιχεία είναι και οι ξηροί καρποί. Τα αμύγδαλα είναι πλούσια σε πολυακόρεστα λιπαρά οξέα, βιταμίνη Ε, ασβέστιο και φυτικές ίνες, ενώ τα καρύδια περιέχουν φυτικές στερόλες και αντιοξειδωτικά, ενώ είναι πλούσια σε σελήνιο, ψευδάργυρο, μαγνήσιο, κάλιο, φωσφόρο, σίδηρο, βιταμίνες Ε και Κ.
Η κανέλα είναι ένα ισχυρό αντιοξειδωτικό πολύ πλούσιο σε μαγγάνιο, που είναι υπεύθυνο για τον σχηματισμό του συνδετικού ιστού και των οστών.
Το ρόδι περιέχει φαινολικές ουσίες με ισχυρότατη αντιοξειδωτική δράση και μάλιστα περιέχει κάποιες ουσίες που δεν απαντώνται πουθενά αλλού στη φύση. Η περιεκτικότητα του χυμού του ροδιού σε αντιοξειδωτικά φαίνεται να είναι από τις υψηλότερες. Ο χυμός του ροδιού φαίνεται να έχει καρδιοπροστατευτική δράση, καθώς μελέτες δείχνουν ότι βελτιώνει την κυκλοφορία του αίματος σε ασθενείς με καρδιαγγειακά νοσήματα, κατεβάζει την αρτηριακή πίεση (συγκεκριμένα τη συστολική) και εμποδίζει την οξείδωση της κακής χοληστερόλης (LDL).
Άρθρα – Πληροφορίες
Κεχαγιάς M. Δ. 2013. Κόλλυβα: ένα γλυκό παρασκεύασμα «εις την μνήμη πάντων των απ’ αιώνος κεκοιμημένων». 2ο Συμπόσιο Ελληνικής Γαστρονομίας, Κρήτη.
https://geonews.gr/ (Πρόσβαση 19/02/2020)
https://www.pentapostagma.gr/ (Πρόσβαση 19/02/2020)
https://www.dogma.gr/ (Πρόσβαση 19/02/2020)
https://terrapapers.com/ (Πρόσβαση 19/02/2020)
https://www.apostoloschronopoulos.gr/ (Πρόσβαση 19/02/2020)
laconialive.gr [Πρόσβαση 21/7/2015]
www.theogonia.gr [Πρόσβαση 21/07/2015]
https://books.google.gr/ [Πρόσβαση 21/07/2015]
ellinwnparadosi.blogspot.com [Πρόσβαση 21/07/2015]
www.24grammata.com [Πρόσβαση 21/07/2015]
https://sarantakos.wordpress.com [Πρόσβαση 21/07/2015]
Κείμενο
Πέρη Κουράκλη, Δρ Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος, Δασολόγος