Η Ελλάδα είναι μια από τις πλουσιότερες χλωριδικά χώρες στην Ευρώπη και στη Μεσόγειο, καθώς φιλοξενεί περισσότερα από 7.000 φυτικά είδη, 1.435 εκ των οποίων είναι ενδημικά – δηλαδή απαντώνται μόνο στη χώρα μας και πουθενά αλλού στον πλανήτη.
Ο μοναδικός αυτός φυσικός πλούτος της Ελλάδας οφείλεται κύρια στην κλιματική της ετερογένεια, το έντονο τοπογραφικό της ανάγλυφο και τον γεωγραφικό της κατακερματισμό, που διαμορφώνεται από τα περισσότερα από 4.800 όρη και τα 8.000 νησιά και νησίδες της. Ένας άλλος ιδιαίτερα σημαντικός παράγοντας ο οποίος έχει συμβάλει στο φαινόμενο αυτό, είναι η παρουσία περιοχών με σχετικά σταθερό κλίμα κατά τη διάρκεια των τελευταίων χιλιετιών, τα ονομαζόμενα και ως «κλιματικά καταφύγια».
Σήμερα, όμως, ο φυσικός αυτός πλούτος της Ελλάδας βρίσκεται σε κίνδυνο, καθώς η Μεσόγειος είναι μια από τις περιοχές που απειλείται περισσότερο από την επίδραση της κλιματικής αλλαγής και τη μεταβολή των χρήσεων γης. Ο άνθρωπος αλλάζει δραστικά τον πλανήτη, μέσω της εντατικοποίησης της γεωργίας, της αστικοποίησης, της αποψίλωσης των δασών και της εκπομπής αερίων του θερμοκηπίου, έχοντας ως συνέπεια την αύξηση της θερμοκρασίας και της αντίστοιχης μείωσης της βροχόπτωσης. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την εξαφάνιση σημαντικού αριθμού φυτών και ζώων, σε πολύ πιο σύντομο χρονικό διάστημα από ότι αυτό συνέβαινε στο παρελθόν.
Προκειμένου να ανακοπεί αυτό το κύμα εξαφανίσεων, έχουν ληφθεί αρκετές πρωτοβουλίες διατήρησης, με σημαντικότερη αυτή της θεσμοθέτησης προστατευόμενων περιοχών, υψηλής αισθητικής και οικολογικής αξίας, που φιλοξενούν πολλά σπάνια και κινδυνεύοντα φυτά και ζώα και αποτελούν συνεπώς «θερμά σημεία» βιοποικιλότητας. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, οι περισσότερες από τις περιοχές αυτές είναι ενταγμένες στο Δίκτυο Προστατευόμενων Περιοχών Natura 2000.
Παρότι η σύγχρονη βοτανική εξερεύνηση της Ελλάδας έχει τις απαρχές της στον 18ο αιώνα και πλειάδα μελετών έχουν διεξαχθεί σχετικά με την κατανομή των φυτικών ειδών σε διάφορες περιοχές (όρη και νησιά) της χώρας μας, καμία μελέτη δεν είχε διεξαχθεί έως σήμερα έχοντας ως επίκεντρο της τον εντοπισμό των θερμών σημείων φυτικής ποικιλότητας σε εθνικό επίπεδο.
Πρόσφατα, δημοσιεύθηκε μια μελέτη – η πρώτη στην Ελλάδα – η οποία εντόπισε τα «θερμά σημεία» φυτικής ποικιλότητας σε όλη την Ελλάδα, και αξιολόγησε ως προς αυτά την αποτελεσματικότητα της οριοθέτησης των προστατευόμενων περιοχών του δικτύου Natura 2000.
Σύμφωνα με τη μελέτη αυτή, η περιοχή με τα περισσότερα ενδημικά φυτικά είδη – δηλαδή, το θερμότερο σημείο ενδημικής φυτικής ποικιλότητας – στην Ελλάδα είναι ο Ταΰγετος και στη συνέχεια τα Λευκά Όρη της Κρήτης. Τα θερμά σημεία φυτικής ποικιλότητας στην Ελλάδα εντοπίζονται κυρίως σε ορεινούς όγκους, τόσο της Βόρειας, όσο και της Νότιας Ελλάδας, ενώ οι Κυκλάδες, αλλά και άλλα νησιά του Αιγαίου, όπως η Κρήτη, η Σαμοθράκη και η Ικαρία, φιλοξενούν πάρα πολλά ενδημικά φυτικά είδη και βρίσκονται μεταξύ των σημαντικότερων χλωριδικά περιοχών της Ελλάδας.
Σε ό,τι αφορά την αποτελεσματικότητα της οριοθέτησης των περιοχών του Δικτύου Natura 2000, αυτή κρίνεται σχετικά ικανοποιητική, όμως φαίνεται να απαιτείται ο επανασχεδιασμός του, καθώς το 25% των θερμών σημείων φυτικής ποικιλότητας της Ελλάδας βρίσκεται εκτός των ορίων του.
Αρχική Πηγή
Αρχικό Κείμενο
Κωνσταντίνος Κουγιουμουτζής, μεταδιδακτορικός ερευνητής στο Πανεπιστήμιο Πατρών, Επιστημονικός Υπεύθυνος του ερευνητικού έργου «Species on the brink of extinction» και ο κύριος ερευνητής του ερευνητικού έργου «Greek biodiversity under siege: safeguarding the future».