Attenuate ΟρολογίαBy votaniki6 Ιανουαρίου 2019Tapering gradually to a narrow tip or base – Αυτό που οξύνεται σταδιακά προς την κορυφή (οξύληκτη) ή τη βάση (σφηνοειδής) Details
Atropurpurea ΟρολογίαBy votaniki6 Ιανουαρίου 2019Dark purple, often almond blackish – Σκούρο πορφυρό Details
Atomate (Atomiferous) ΟρολογίαBy votaniki6 Ιανουαρίου 2019Bearing sessile or subsessile glands – Αυτό που φέρει άμισχους ή σχεδόν άμισχους αδένες Details
Assymetric ΟρολογίαBy votaniki6 Ιανουαρίου 2019Not divisible into equal halves, as in some leaves; irregular in shape – Ασύμμετρο Details