Afoliate
Without leaves – Χωρίς φύλλα
A species which usually produces seeds asexually – Ένα είδος που συνήθως παράγει σπέρματα χωρίς να γονιμοποιηθεί
Gradually tapering to a sharp point and forming concave sides along the tip – Οξύληκτο με τις δυο παρυφές του φύλλου να είναι κάτω από την κορυφή κοίλες
Η πρώτη συστηματική καταγραφή και περιγραφή της αρωματικής και φαρμακευτικής χλωρίδας της Σαμοθράκης παρουσιάζεται μέσω ηλεκτρονικής έκδοσης, ένα έργο το οποίο εκπονήθηκε από το Εργαστήριο Δασικής Βοτανικής του Τμήματος Δασολογίας και Διαχείρισης Περιβάλλοντος και Φυσικών Πόρων του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης (ΔΠΦ) σε συνεργασία με το Εργαστήριο Οργανικής Χημείας του Τμήματος Αγροτικής Ανάπτυξης του ΔΠΘ. …
Not native; introduced and beginning to spread in the new region – Ξενικό είδος που πλέον αυτοφύεται